- ἀξιώλεθρος
- ἀξιώλεθροςperniciousmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αξιώλεθρος — ἀξιώλεθρος, ον (Μ) αυτός που αξίζει να εξολοθρευτεί ή να καταστραφεί … Dictionary of Greek
ἀξιώλεθρον — ἀξιώλεθρος pernicious masc/fem acc sg ἀξιώλεθρος pernicious neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άξιος — Ποταμός τηςΜακεδονίας με συνολικό μήκος 410 χλμ., από τα οποία τα 80 βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος, και λεκάνη απορροής 22.250 τ. χλμ., από τα οποία 2.300 βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος. Πηγάζει από το όρος Σκάρδος, στα Α των συνόρων Αλβανίας και… … Dictionary of Greek
βιώλεθρος — βιώλεθρος, ον (AM) ο καταστρεπτικός για τη ζωή. [ΕΤΥΜΟΛ. < βίος + όλεθρος (πρβλ. αξιώλεθρος, λεώλεθρος κ.ά.)] … Dictionary of Greek